βλάχος — Ολόστεο ψάρι της τάξης των περκομόρφων, της οικογένειας των σερρανιδών. Ονομάζεται επιστημονικά πολυτφίων ο πρηνής.Είναι μεγαλόσωμος (το μήκος του φτάνει τα 2 μ. και το ύψος του τα 70 εκ.), έχει σχήμα ωοειδές και καλύπτεται από αγκαθωτά λέπια. Η… … Dictionary of Greek
Βλάχος, Άγγελος — I (Αθήνα 1838 – 1920). Λογογράφος, πολιτικός και διπλωμάτης. Πήρε το δίπλωμα της νομικής στην Αθήνα (1859) και συνέχισε τις σπουδές του στη Γερμανία (1861 63). Κατά καιρούς κατέλαβε διάφορες ανώτερες θέσεις στον κρατικό μηχανισμό, υπηρέτησε ως… … Dictionary of Greek
Βλάχος, Γεώργιος — I (Αθήνα 1886 – 1951). Δημοσιογράφος και εκδότης. Γιος του λογογράφου Άγγελου Βλάχου (βλ. λ.), ασχολήθηκε από νωρίς με τη δημοσιογραφία και τη λογοτεχνία. Διαδέχτηκε τον Κίμωνα Μιχαηλίδη ως εκδότης και διευθυντής του δεκαπενθήμερου περιοδικού… … Dictionary of Greek
Βλάχος, Ανέστης — (Δράμα 1934 –). Ηθοποιός. Σπούδασε στην Ανωτέρα Σχολή Κινηματογράφου Θεάτρου και ξεκινώντας από το 1956, εμφανίστηκε σε περισσότερες από 80 ταινίες. Ενδεικτικά αναφέρουμε: Φόβος, Με τη λάμψη στα μάτια, Ληστεία στην Αθήνα, Νταβέλης κ.ά … Dictionary of Greek
Βλάχος, Γεράσιμος — (Κρήτη 1607 – 1685). Λόγιος από την Κρήτη, μητροπολίτης Φιλαδελφείας, φιλόσοφος και θεολόγος. Μετά τις εγκύκλιες σπουδές του στην Κρήτη πήγε στην Ιταλία για ανώτερες σπουδές. Το 1652 εγκαταστάθηκε στη Βενετία, όπου διετέλεσε εφημέριος και… … Dictionary of Greek
Βλάχος, Θεόδωρος — (μέσα 19ου αι.). Εθνικός αγωνιστής από την Κεφαλονιά, ηγέτης εξέγερσης κατά της αγγλικής κατοχής τον Αύγουστο του 1849. Απαγχονίστηκε από τους Άγγλους … Dictionary of Greek
Βλάχος, Νικόλαος — (Σαντορίνη 1893 – Αθήνα 1956).Ιστορικός. Καθηγητής της νεότερης ελληνικής ιστορίας, από το 1937 στο Πάντειο πανεπιστήμιο και από το 1939 στη φιλοσοφική σχολή του Πανεπιστημίου Αθηνών, ασχολήθηκε σε πολλές μελέτες του με προβλήματα φιλοσοφίας και… … Dictionary of Greek
μπουρτζόβλαχος — ο άξεστος, αγροίκος χωρικός. [ΕΤΥΜΟΛ. Κατά την επικρατέστερη άποψη, η λ. μπουρτζόβλαχος είναι σύνθ. με α συνθετικό το λατ. burgus «πύργος» + Βλάχος και η αρχική της σημ. ήταν «ο Βλάχος τού πύργου», δηλ. ο Βλάχος που κατοικούσε στα ορεινά χωριά,… … Dictionary of Greek
ВАСИЛИЙ ВЕЛИКИЙ — [греч. Βασίλειος ὁ Μέγας] (329/30, г. Кесария Каппадокийская (совр. Кайсери, Турция) или г. Неокесария Понтийская (совр. Никсар, Турция) 1.01.379, г. Кесария Каппадокийская), свт. (пам. 1 янв., 30 янв. в Соборе 3 вселенских учителей и святителей; … Православная энциклопедия
Daskalogiannis — Ioannis Vlachos Ιωάννης Βλάχος Nickname Daskalogiannis Δασκαλογιάννης … Wikipedia